![]() | ![]() | ![]() | ![]() | ![]() | ![]() | ![]() | ![]() |
Τους εξαφάνισαν για να εξαφανίσουν τις αποδείξεις. Τους απέλασαν στη χώρα του πουθενά, χωρίς νερό ή προμήθειες, στα σύνορα της Αλγερίας, επειδή δεν μπορούσαν να μιλήσουν. Η Fortress Europe κατάφερε να επικοινωνήσει μαζί τους… Είναι οι 42 επιζώντες από το ναυάγιο στη Hoceima του Απριλίου 2008. Είναι οι 42 μάρτυρες της σφαγής που πραγματοποίησαν οι άντρες του λιμενικού του Μαρόκου. Αυτήν τη στιγμή βρίσκονται σε καταυλισμό κοντά στην πόλη Oujda, στα σύνορα μεταξύ Αλγερίας και Μαρόκου. Ένας ακτιβιστής μαροκινής οργάνωσης – τον οποίο δεν μπορούμε να κατονομάσουμε για λόγους ασφαλείας- μας έδωσε τη δυνατότητα να μιλήσουμε στο τηλέφωνο με δύο άντρες και μία γυναίκα από τους επιζώντες του ναυαγίου.Για το ναυάγιο δεν επιτρεπόταν να μαθευτεί τίποτα. Γιατί δεν ήταν η θάλασσα που ευθυνόταν για τις δολοφονίες, αλλά μαροκινοί λιμενικοί. Οι εκδοχές των τριών μαρτύρων συμφωνούν μεταξύ τους. Οι δύο αφορούν τη νύχτα της 28ης Απριλίου όταν ένα σκάφος τύπου Ζόντιακ μήκους 9 μέτρων στο οποίο επέβαιναν καμιά ογδονταριά άνθρωποι από τη Νιγηρία, την Γκάνα, το Καμερούν και το Μάλι ξεκίνησε από τις ακτές της Hoceima για την Ισπανία. Πέντε ώρες αργότερα στην ανοιχτή θάλασσα τους σταματά περιπολία του μαροκινού λιμενικού. Είναι κιόλας πρωί. “Μας πλησίασαν –λέει ο Φρεντ στο τηλέφωνο- τρύπησαν το σκάφος κόβοντας με μαχαίρια τα εσωτερικά λάστιχα της Ζόντιακ κι έφυγαν”. Σε λίγα λεπτά το σκάφος άρχισε να ξεφουσκώνει και να παραπαίει στα κύματα. Σκόρπισε πανικός. Πολλοί δεν ήξεραν να κολυμπούν και πνίγηκαν αμέσως. Μια γυναίκα χάθηκε ανάμεσα στους αφρούς κρατώντας ένα μωρό σφιχτά στην αγκαλιά της. Λίγο παρακάτω πάλευαν με τα κύματα μια γυναίκα και τρία παιδιά. Σε μία ώρα περίπου έφτασε η βοήθεια.
Τρία περιπολικά σκάφη του μαροκινού λιμενικού περιμάζεψαν τους επιζώντες και καμιά δεκαριά πτώματα. Τους μετέφεραν στη Hoceima, 150 ανατολικά της Μελίγια. Τους κλείδωσαν σε ένα κρατητήριο της αστυνομίας. Στην ανάκριση απουσίαζαν 36 άτομα, άντρες, γυναίκες και παιδιά, όλοι πνιγμένοι. “Κρατηθήκαμε 48 ώρες στην απομόνωση, χωρίς νερό ή φαγητό, χωρίς να μπορούμε να πλυθούμε”, μας είπε μία από τις τέσσερεις νιγηριανές γυναίκες που επέζησαν. “Μας φόρτωσαν σε ένα λεωφορείο και μας εγκατέλειψαν στα αλγερινά σύνορα, στη μέση του πουθενά, μακριά από την Oujda.” Μετά από μακρά πεζοπορεία έφτασαν σε έναν καταυλισμό στη μέση του δάσους της Oujda όπου είναι στοιβαγμένοι διακόσιοι περίπου απελαθέντες,” Μία από τις γυναίκες μας εξηγεί: “Κατασκευάσαμε ένα μικρό καταφύγιο για τη νύχτα με πλαστικά και πανιά. Ζούμε από ελεημοσύνες. Πολλοί είναι άρρωστοι”. Οι συνθήκες είναι άθλιες και είναι φυσικά αδύνατον να επιστρέψουν στη Ραμπάτ με την ατμόσφαιρα που επικρατεί εκεί μετά τις τελευταίες επιθέσεις στην πόλη. Εντωμεταξύ πέθαναν και άλλοι επτά από τους 42 επιζώντες Δεν άντεξαν το ναυάγιο, την πείνα, τη δίψα και το περπάτημα μέχρι τον καταυλισμό…
Η επιχείρηση σκόπιμης πρόκλησης ναυαγίου από τους πράκτορες του μαροκινού λιμενικού σε απλά ελληνικά λέγεται “φόνος εκ προμελέτης πρώτου βαθμού”. Όμως στα μαροκινά θα πρέπει να λέγεται αλλιώς, γιατί καμία εφημερίδα δεν ανέφερε το γεγονός. Για πολλοστή φορά, κανένας δεν θα πληρώσει για το θάνατο τόσων ανθρώπων. Είναι επαίσχυντο. Και είναι ακόμη πιο επαίσχυντο αν σκεφτεί κανείς ότι πρόσφατα οι μαροκινές αρχές απέκτησαν άλλα 40 σκάφη περιπολίας με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, Πρόκειται για τη γνωστή ιστορία μιας Ευρώπης που αναθέτει με συμφωνίες τον έλεγχο των συνόρων της σε άλλους κι ύστερα κλείνει τα μάτια μπρος στα εγκλήματα των ανθρώπων που η ίδια έχει ορίσει ως αστυφύλακες.
Έτσι, τον Απρίλιο έχασαν τη ζωή τους 101 άνθρωποι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, προσπαθώντας να φτάσουν στην Ευρώπη. Πέντε πέθαναν κρυμμένοι στο αμπάρι ενός πλοίου που πήγαινε στα Κανάρια, τέσσερεις πνίγηκαν στα σύνορα Ιράκ και Τουρκίας, όταν η τουρκική αστυνομία τους πέταξε στο ποτάμι κατά τη διάρκεια μιας επιχείρησης απέλασης, και δύο πρόσφυγες από την Ερυθραία που σκοτώθηκαν από τα πυρά αιγύπτιων αστυνομικών στα σύνορα του Σινά με το Ισραήλ. Στη θάλασσα, εκτός από τους 43 της Hoceima, έχασαν τη ζωή τους 24 άνθρωποι μεταξύ Αλγερίας και Ισπανίας και 24 μεταξύ Τυνησίας και Ιταλίας, στα ανοιχτά των σικελικών ακτών, όπου τις τελευταίες εβδομάδες έχει παρατηρηθεί μεγάλη αύξηση στις αφίξεις προσφύγων με βάρκες, εξαιτίας του καλού καιρού και των καθυστερήσεων στις κοινές περιπολίες της ευρωπαϊκής υπηρεσίας Frontex.
Καλά νέα από τη Λιβύη. Άλλοι 30 πρόσφυγες από την Ερυθραία, κυρίως γυναίκες, εισήλθαν στην Ιταλία χάρη στη μεσολάβηση της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες, το Ιταλικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (CIR) τον Διεθνή Οργανισμό για τη Μετανάστευση (ΟΙΜ) και του Υπουργείου Εσωτερικών. Πρόκειται για το δεύτερο τέτοιο συμβάν μετά την υποδοχή 40 ανθρώπων από το στρατόπεδο κράτησης στη Misratah τον περασμένο Νοέμβριο. Εκεί κρατούνται εδώ και δύο χρόνια πάνω από 700 άνθρωποι, κυρίως από την Ερυθραία και κάποιοι Αιθίοπες, οι οποίοι δεν έχουν διαπράξει κανένα απολύτως έγκλημα και συνελήφθησαν ενώ περπατούσαν στο δρόμο. Πρόσφατα άλλοι 110 άνθρωποι από την Ερυθραία, μεταξύ των οποίων και 20 γυναίκες, συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο κράτηση στο Zliten, στα μισά της διαδρομής μεταξύ Khums και Misratah. Ίσως γι’ αυτό να έρχονται στη Λαμπεντούσα τόσοι λίγοι άνθρωποι από την Ερυθραία. Πολλούς τους σταματούν. Οι άλλοι γνωρίζουν ότι θα τους συλλάβουν αν ξεκινήσουν. Η είδηση για τη μεταφορά των προσφύγων στην Ιταλία διαδόθηκε γρήγορα στόμα με στόμα. Τους τελευταίους μήνες έχουν αυξηθεί πολύ οι αιτήσει για άσυλο ανθρώπων από την Ερυθραία στην Ύπατη Αρμοστεία στην Τρίπολη. Δύσκολο να φανταστούμε πώς η νέα ιταλική κυβέρνηση, ειδικά η ξενοφοβική Λίγκα του Βορρά, θα επιτρέψει και νέα μεταφορά προσφύγων στην Ιταλία.
Μετά την Ελλάδα ήρθε η σειρά της Τουρκίας. Πέρα από όσα συμβαίνουν στη Βόρεια Αφρική, η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες εκφράζεται με οργή για όσα συμβαίνουν στους “δρόμους του μπαχαριού”. H Ύπατη Αρμοστεία είχε παλαιότερα ζητήσει από τις ευρωπαϊκές χώρες να άρουν τη Συνθήκη του Δουβλίνου περί επιστροφής στην πρώτη χώρα διέλευσης στην ΕΕ, ώστε να μην επιστρέφονται πρόσφυγες στην Ελλάδα. Τώρα εκφράζει τον αποτροπιασμό της για τις απελάσεις στο Ιράκ από τους Τούρκους, αφού μάλιστα μία από τις επιχειρήσεις απέλασης κατέληξε σε τέσσερεις θανάτους. Την Τετάρτη 23 Απριλίου οι τουρκικές αρχές επιχείρησαν να απελάσουν με τη βία 60 άτομα διαφόρων εθνικοτήτων προς το Ιράκ μέσω του επίσημου συνοριακού περάσματος της Χαμπούρ (Σιλώπη) στην επαρχία Σιρνάκ στη νοτιοανατολική Τουρκία. Οι ιρακινοί συνοριοφύλακες επέτρεψαν την είσοδο σε 42 ιρακινούς, ενώ αρνήθηκαν να δεχτούν 17 ιρανούς και έναν Σύριο. Η τουρκική αστυνομία πήρε τότε 18 απ’ αυτούς, 5 εκ των οποίων ήταν ιρανοί πρόσφυγες αναγνωρισμένοι από την Ύπατη Αρμοστεία, τους πήγε σε μια περιοχή όπου τις δύο χώρες χωρίζει ένα ποτάμι και τους ανάγκασε να κολυμπήσουν ως απέναντι. Τέσσερα άτομα, συμπεριλαμβανομένου ενός πρόσφυγα από το Ιράν, παρασύρθηκαν από το ισχυρό ρεύμα του ποταμού και πνίγηκαν. Τα πτώματά τους δεν βρέθηκαν. Η Ύπατη Αρμοστεία είχε παλαιότερα επικοινωνήσει επανειλημμένα με την τουρκική κυβέρνηση, ζητώντας να μην απελαθούν οι πέντε ιρανοί πρόσφυγες, οι οποίοι είχαν συλληφθεί όταν προσπάθησαν να περάσουν παράνομα στην Ελλάδα. Παρά τις εκκλήσεις της Ύπατης Αρμοστείας, οι πρόσφυγες στοιβάχτηκαν σε ένα λεωφορείο και απελάθηκαν. Η ΕΕ ως συνήθως δεν σχολίασε το έγκλημα.
Ολοκληρώνουμε την αναφορά του Απριλίου με ένα απόσπασμα από την αναφορά της Sara Prestianni που τον Μάρτιο του 2008 πήρε συνεντεύξεις στην πόλη Kidal του Μάλι από μετανάστες που είχαν απελαθεί με τη βία από την Αλγερία στο Μάλι. “Οι αλγερινοί αστυνομικοί έκαναν ό,τι ήθελαν, μας χτυπούσαν με τα γκλομπ με το που πηγαίναμε να τους μιλήσαμε”, είπε ένας νιγηριανός. Στο κέντρο κράτησης στην Tamanrasset 300 άνθρωποι κοιμούνταν στο ίδιο δωμάτιο. “Μας δίνουν μόνο ψωμί και γάλα, μια φορά τη μέρα.” Μετά την απέλαση, που έγινε “μέσα σε υπερφορτωμένα στρατιωτικά φορτηγά, εντελώς κλειστά, χωρίς καθόλου παράθυρα” με κατεύθυνση τα σύνορα του Bordj Mokhtar, στην καρδιά της Σαχάρας, οι μετανάστες έφτασαν με τα πόδια στην όαση της Tinzaoutine. “Στην Tinzaoutine δεν υπάρχει τίποτε, είσαι μέσα στην έρημο,” συνεχίζει ο ίδιος. “Ευτυχώς είχα πάνω μου χρήματα και πλήρωσα 1400 δινάρια σε έναν οδηγό για να με φέρει στην Kidal. Είναι τραγωδία να ζεις στην Tinzaoutine χωρίς λεφτά. Όσοι έμειναν εκεί πολύ καιρό τρελάθηκαν.” Σήμερα ο νιγηριανός ζει σε ένα γκέτο στην Kidal, 300 χιλιόμετρα νότια της Tinzaoutine σε ένα σπίτι που νοικιάζουν μαζί δεκάδες μετανάστες οι οποίοι το βράδυ για να κοιμηθούν στριμώχνονται δίπλα-δίπλα στο πάτωμα. Ακουστικό υλικό και εικόνες από το γκέτο στην Kidal υπάρχουν στην ιστοσελίδα του Storie Migranti.






