02 September 2008

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2008

françaisenglishitalianodeutschturkishgreekdanish
Όσο πιο πολλοί ταξιδεύουν, τόσο πιο πολλοί σφάζονται. Αυξήθηκαν κατά πολύ οι αφίξεις των μεταναστών στο κανάλι της Σικελίας και αντίστοιχα διπλασιάστηκαν τα θύματα. Τα ανακοινωθέντα από τον πόλεμο στα σύνορα της Ευρώπης είναι όλο και πιο φρικτά. Οι νεκροί μετανάστες και πρόσφυγες στις πύλες της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα στον Αύγουστο του 2008 ήταν τουλάχιστον 270, από τους οποίους οι 179 μεταξύ Λιβύης, Μάλτας και Ιταλίας, σύμφωνα με επίσημους υπολογισμούς στον Τύπο. Πρόκειται για τον πιο βαρύ μηναίο απολογισμό από την αρχή της χρονιάς. Θύματα βρέθηκαν επίσης μεταξύ Αλγερίας και Σαρδηνίας (14), στην Ισπανία (45) και στο Ιράν, όπου ένα φορτηγό με προορισμό την Τουρκία παράτησε 30 Αφγανούς πρόσφυγες που κουβαλούσε. Ένα ακόμη θύμα εντοπίστηκε στα ανοιχτά της θάλασσας κοντά στην τουριστική περιοχή Ντιντίμ της Τουρκίας. Κι άλλος ένας μετανάστης σκοτώθηκε από πυρά της αστυνομίας στα σύνορα της Αιγύπτου με το Ισραήλ. Η περιήγηση της Fortress Europe στη Μεσόγειο συνεχίζεται. Μετά τις αναφορές μας στην Ελλάδα, το Ισραήλ και την Τουρκία, αφιερώνουμε την αναφορά αυτού του μήνα στην κρίσιμη και ελάχιστα γνωστή κατάσταση στην Κύπρο.
Vista panoramica di Nicosia

ΛΕΥΚΩΣΙΑΣτον εμφύλιο της Σιέρα Λεόνε μεταξύ 1991 και 2001 έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον 50.000 άνθρωποι και εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπίστηκαν και εκδιώχθηκαν. Ένας από αυτούς είναι και ο Ουθμάν. Απέδρασε από τη Σιέρα Λεόνε το 2000 για να πάει προς τη Σενεγάλη όπου κατάφερε να αγοράσει διαβατήριο με βίζα για το Λίβανο. Ένα χρόνο μετά κατέληξε στις ακτές της βόρειας Κύπρου με άλλους 23. Ο Ουθμάν είναι ένας από του 11.000 ανθρώπους που ζητούν πολιτικό άσυλο στην Κύπρο. Είναι παγιδευμένος. Το 2006 είχε δώσει συνέντευξη στον Sergio Serraino που κατάφερε να εισδύσει την πτέρυγα των κεντρικών φυλακών της Λευκωσίας όπου κρατούνται οι μετανάστες χωρίς χαρτιά, την περίφημη πτέρυγα 10. Δύο χρόνια μετά έχουμε κανονίσει να συναντηθούμε στο προαύλιο του κτιρίου της ΚΙSA, ενός κέντρου μεταναστών και προσφύγων στην ελληνοκυπριακή πρωτεύουσα. Ο Ουθμάν έφυγε από την πτέρυγα 10 τον Μάιο του 2008, μετά από 39 μήνες κράτησης και 3 αποτυχημένες προσπάθειες των αρχών να τον “επαναπατρίσουν”. Στην πρώτη αίτηση για άσυλο η απάντηση ήταν αρνητική. Η περίπτωσή του τώρα εκκρεμεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Τον αποφυλάκισαν μια βδομάδα πριν την επίσκεψη στις φυλακές της Λευκωσίας της Επιτροπής για την Αποτροπή των Βασανιστηρίων (CPT) του Συμβουλίου της Ευρώπης. Μαζί του αποφυλακίστηκαν όλοι όσοι είχαν κρατηθεί στην πτέρυγα 10 πάνω από έξι μήνες. Ίσως αυτό να ήταν ένα σημάδι προόδου σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει κανένα χρονικό όριο κράτησης…Εντωμεταξύ όμως ο Ουθμάν δεν είναι πια ο ίδιος.
Του ζητώ να θυμηθεί, μα του είναι δύσκολο. Η μνήμη έχει απωθήσει ένα μεγάλο μέρος από τα τρία χρόνια της ζωής του που του πήρε το κυπριακό Κράτος. Τρία χρόνια απρόσωπα, οδυνηρά και ατελείωτα. Όσο μιλάμε, το μυαλό γυρίζει στα περασμένα. Ο Ουθμάν μου λέει ότι έχει δει την απέλαση πολλών ανθρώπων που ζητούσαν άσυλο. Θυμάται έναν κονγκολέζο που απελάθηκε το 2006 και η οικογένειά του ακόμη δεν έχει νέα του, θυμάται μια επταμελή οικογένεια κούρδων της Τουρκίας, έναν άντρα από τη Σρι Λάνκα που απελάθηκε παρότι η γυναίκα του διέμενε κανονικά στην Κύπρο. Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελεί η ψυχική υγεία των φυλακισμένων. Στη διήγησή του, ο Ουθμάν επιστρέφει συχνά σε αυτό. Έχει δει άντρες να κλαίνε σαν παιδάκια και να έχουν χάσει τα μυαλά τους. Ο ίδιος προσπάθησε κάποιες φορές να αυτοκτονήσει – η αυτοκτονία του φαινόταν ο μόνος τρόπος διαφυγής. Ένας άλλος τρόπος βέβαια θα ήταν να τρελαθεί κι αυτός. Θυμάται έναν ιρανό που είχε πλήρη διαύγεια όταν τον πρωτοσυνέλαβαν. Ένα χρόνο μετά ήρθε να τον επισκεφτεί η οικογένειά του και αυτός πέρασε όλη τη μέρα παραληρώντας και πλένοντας διαρκώς τα χέρια του. Πέθανε ένα μήνα μετά τον επαναπατρισμό του. Ένας άλλος ιρανός, ο Σατζάντ, υπέφερε από παράνοια. Παντού έβλεπε συνομωσίες εναντίον του. Ήταν φοβερά οξύθυμος. Τον μετέφεραν στο ψυχιατρικό νοσοκομείο της Αθάλασσας στη Λευκωσία. Κανείς δεν ξέρει τι απέγινε. Ήταν και ο Χαλίντ ο παλαιστίνιος, αυτός όμως έγινε καλά. Κυκλοφορούσε κάποια στιγμή γυμνός στους διαδρόμους κι ερχόταν στα χέρια με οποιονδήποτε για ψύλου πήδημα. Τον απελευθέρωσαν κάποια στιγμή, τώρα φαίνεται να είναι καλύτερα. Ένας άλλος παλαιστίνιος, ο Μοχάμεντ δεν έχανε την ευκαιρία να κόβει τις φλέβες του. Έλεγε συνεχώς πως δεν ήθελε να ζήσει άλλο. Από μικρό παιδί έμενε στην Κύπρο. Χωρίς χαρτιά.
Elisabeth Cosimi, Block TenΗ πτέρυγα 10 είναι, όπως είπαμε, πτέρυγα των κεντρικών φυλακών της Λευκωσίας. Βρίσκομαι εκεί την επόμενη μέρα το πρωί. Με αφήνουν να μπω εύκολα – έχω κανονίσει να συναντήσω έναν από τους φυλακισμένους με τον οποίο με έχει φέρει σε επαφή ο Ουθμάν. Η αστυνομία δεν το κάνει θέμα. Μαζί μου μπαίνει κι ένας γεωργιανός που έχει έρθει να δει έναν συγγενή του. Τα κελιά είναι τοποθετημένα κατά μήκος ενός μακρύ διαδρόμου που κλείνει με μια βαριά πόρτα ασφαλείας. Στο διάδρομο υπάρχει μια τηλεόραση, τραπέζια για φαγητό κι ένα κλιματιστικό. Τα κελιά είναι δύο επί δυόμισυ. Το καθένα έχει μέσα από ένα κρεβάτι. Τα δύο στρώματα απέχουν το ένα από το άλλο λιγότερο από ένα μέτρο. Ούτε θέρμανση ούτε ανεμιστήρες δεν έχουν τα κελιά. Οι κρατούμενοι είναι καμιά πενηνταριά. Είναι ελεύθεροι να βγουν στο διάδρομο αν θέλουν. Στο προαύλιο όμως επιτρέπεται να βγουν να πάρουν αέρα μόνο μια φορά τη μέρα για μία ώρα. Κατά καιρούς τους επισκέπτεται μια καλόγρια από τη μονή του Αγίου Ιωσήφ στη Λάρνακα. Φοράει τα τελετουργικά ιμάτιά της και διαβάζει προσευχές στους χριστιανούς. Πιο σπάνια περνούν και οι υπάλληλοι της Ύπατης Αρμοστείας. Από το ξημέρωμα μέχρι να νυχτώσει στην πτέρυγα 10 δεν συμβαίνει τίποτα.
Ingresso Block Ten, prigione centrale di NicosiaΟι αστυνομικοί είναι περίεργοι για την επίσκεψή μου. Ο C. εδώ και δύο βδομάδες αρνείται να δει τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Βρίσκεται στην πτέρυγα 10 εδώ και επτά μήνες. Είναι από τη Νιγηρία, ζει στην Κύπρο από το 2001. Η αίτησή του για άσυλο απορρίφθηκε στις 16 Μαϊου και τώρα δεν έχει τα χρήματα να πληρώσει δικηγόρο για να ξανακινήσει τη διαδικασία. Δεν τα’ χει βάλει με τον κόσμο όλο. Ο C. είναι παντρεμένος με μία γυναίκα από τις Φιλιππίνες που ζει εδώ στη Λευκωσία. Έχουν δύο γιους, 5 και 3 ετών. Πριν δυο βδομάδες, ο μεγάλος γιος του τον ρώτησε γιατί είναι στη φυλακή Είναι κακός άνθρωπος; Ή μήπως δεν θέλει να είναι καλά η μαμά; Ο C. ακόμη δεν ξέρει τι να του απαντήσει.
Mappa CiproΗ Κύπρος απέχει 70 χιλιόμετρα από την Τουρκία και 100 από τη Συρία. Τα δύο τρίτα περίπου του εδάφους της ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία που από την 1η Μάη 2004 είναι μέλος της ΕΕ. Το υπόλοιπο του εδάφους της, το βόρειο τμήμα ανήκει στην Τουκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου που ανακηρύχθηκε κράτος με τό στρατιωτικό πραξικόπημα της Τουρκίας το 1974. Στο νησί ζουν περίπου 800.000 “νόμιμοι” κάτοικοι και γύρω στους 170.000 μετανάστες. 30.000 είναι πολίτες της ΕΕ, 60.000 πολίτες κρατών εκτός ΕΕ (από τις Φιλιππίνες, το Πακιστάν, τη Σρι Λάνκα) που απασχολούνται σε οικιακές εργασίες και σε εστιατόρια, 20.000 Έλληνες του Καυκάσου και περίπου 50.000 χωρίς χαρτιά, σύριοι και κυρίως τούρκοι. Άσυλο ζητούν περίπου 11.000, κυρίως σύριοι, σριλανκέζοι, ινδοί, πακιστανοί, μπαγκλαντεσιανοί, ιρακινοί, παλαιστίνιοι, ιρανοί, γεωργιανοί. Ο αριθμός αυτός μπορεί να φαίνεται χαμηλός, καθιστά όμως την Κύπρο πρώτη χώρα της ΕΕ σε ποσοστό αιτούντων άσυλο σε αναλογία συνολικού πληθυσμού. Σήμερα ο αριθμός των αναγνωρισμένων προσφύγων στην Κύπρο είναι 500, από τους οποίους 95% είναι ιρακινοί και παλαιστίνιοι. Το 2007 το ποσοστό των αιτήσεων για άσυλο που έγιναν δεκτές ήταν 1,25%, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στην ΕΕ. Οι απελάσεις φτάνουν στις 2.500 το χρόνο. Τα στοιχεία τα έχει συλλέξει η Cristina Palmas της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Η συνάντησή μας γίνεται κάτω από έναν καυτό ήλιο στα γραφεία της UNFICYP, της αποστολής των Ηνωμένων Εθνών που βρίσκεται στην Κύπρο από το 1964.
Η νομοθεσία για το άσυλο υποτίθεται πως ισχύει από το 2000. Από το 2002 η Ύπατη Αρμοστεία μετέφερε όλες τις περιπτώσεις ασύλου στο Υπουργείο Εσωτερικών. “Καλός είναι ο νόμος, απλώς δεν εφαρμόζεται”, λέει η Palmas. Προβλέπει π.χ. επίδομα 500 ευρώ το μήνα σε όσους κάνουν αίτηση για άσυλο, το 2007 ωστόσο, αυτό το είδανε μόνο 500 από τους 11.000. Πολλές φορές παίρνει χρόνια η αναμονή για την εξέταση μιας αίτησης. Εντωμεταξύ όσοι κάνουν αίτηση μπορούν να δουλέψουν μόνο σε γεωργικές εργασίες. Σε οποιαδήποτε άλλη δουλειά θεωρούνται παράνομοι. Ο γεωργικός τομέας βρίσκεται όμως σε κρίση και δεν χρειάζεται νέο εργατικό δυναμικό. Οι μισθοί σε εθνικό επίπεδο δεν ξεπερνούν τα 300 ευρώ το μήνα, λιγότερο δηλαδή από το επίδομα ανεργίας, σε μια χώρα όπου ένας καφές κοστίζει 3 ευρώ. Η Palmas μου αναφέρει ότι για τους 11.000 που κάνουν αίτηση για άσυλο υπάρχει ένας και μοναδικός χώρος φιλοξενίας με 43 κρεβάτια, όπου στέλνουν τις γυναίκες και τις πυρηνικές οικογένειες. Την επόμενη μέρα πηγαίνω να το επισκεφθώ.
Centro di accoglienza per richiedenti asilo di KophinouΤο κέντρο βρίσκεται 4 χιλιόμετρα από την κοινότητα Κοφίνου στην επαρχία της Λάρνακας, νότια της Λευκωσίας. Άνοιξε το 1997 για τους ρομά, ενώ από το 2003 εκτελεί χρέη κέντρου κράτησης για τους αιτούντες άσυλο. Πρόκειται για δύο σειρές κοντέινερς πάνω σε τσιμεντένιο δάπεδο. Γύρω-γύρω βουνά. Όλο το κέντρο είναι περιφραγμένο. Τα κοντέινερς έχουν από τρία διπλά δωμάτια το καθένα, αλλά είναι μισοάδεια. Πολλοί εγκατέλειψαν τα δωμάτια, προτιμώντας την επισφάλεια της πόλης από την απομόνωση της Κοφίνου. Ο Ρασέλ προτιμά να μένει στο κέντρο. Είναι από το Καμερούν, εδώ και δύο χρόνια περιμένει να εξεταστεί η αίτησή του για άσυλο. Περνά τη μέρα του με τις online συνομιλίες στην αίθουσα του ίντερνετ. Το Κράτος του προσφέρει 80 ευρώ το μήνα. Του απαγορεύει να εργαστεί οπουδήποτε εκτός από τα χωράφια. Ως την Κοφίνου με έχει συνοδεύσει ο Τζόναθαν με το αυτοκίνητο. Πριν φύγουμε μου ζητά να τον βγάλω φωτογραφία μπροστά στο συρματόπλεγμα. Κάνουμε πλάκα ότι τάχα βρισκόμαστε σε κλουβί. Τέσσερα χρόνια στις φυλακές κι ακόμη έχει όρεξη γι’ αστεία…
Jonathan contro la reteΟ Τζόναθαν είναι ένα φάντασμα μιας περασμένης γενιάς απ΄το Κίβου της Δημοκρατίας του Κονγκό. “Όποιος δεν σκοτώθηκε έφυγε”, μου λέει. Αναγκάστηκε να φύγει με όλη την οικογένειά του. Δούλευε για μια ΜΚΟ και ενίοτε ως δημοσιογράφος. Η κάθοδός του στην κόλαση ξεκινά στις 30 Οκτωβρίου 1996 στη γενέτειρά του Γκόμα. Οι αντάρτες Μπανυαμουλέγκε βομβαρδίζουν τους προσφυγικούς οικισμούς σε Ουβίρα, Γκόμα και Μπουκάβου. Αρχίζει ο πρώτος πόλεμος στο Κονγκό. Από τη μία ο στρατός του Ζαϊρ από την άλλη οι αντάρτες. Στον άξονα Μπουκάβου-Γκόμα η κόλαση. Χιλιάδες θύματα ο απολογισμός της πρώτης μέρας των εχθροπραξιών στην πόλη της Γκόμα. Θάβονται σε έναν μεγάλο κοινό τάφο. Ο Τζόναθαν δραπετεύει. Πρώτα πάει στην Ουγκάντα, μετά στην Κένυα. Το 2004 φεύγει από το Ναϊρόμπι για τη Συρία. Από κει φτάνει παράνομα στην Ισταμπούλ μέσω Χατάι. Ο στόχος του ήταν αρχικά να φτάσει στην Ελλάδα. Μετά πείθεται ότι θα είναι καλύτερα στην Κύπρο που μόλις είχε ενταχθεί στην ΕΕ. Αγοράζει διαβατήριο με τουρκική τουριστική βίζα και παίρνει αεροπλάνο για το Ερτσάν, στα βόρεια του τουρκοκυπριακού τμήματος. Μερικές μέρες μετά, αργά τη νύχτα περνάει μαζί με άλλους τρεις την πράσινη γραμμή που κόβει στα δύο τη Λευκωσία. Τους σταματάει η αστυνομία. Ο Τζόναθαν κουτσαίνει. Έχει στραμπουλήξει τον αστράγαλό του στην πρόσπάθειά του να πηδήξει τον τοίχο της πράσινης γραμμής. Ένας από τους αστυνομικούς τον χτυπάει επανειλημμένα με το γκλομπ στο πρησμένο και πονεμένο σημείο. Τελικά συνοδεύουν και τους τέσσερεις στην τουρκική πλευρά και τους εγκαταλείπουν εκεί. Ο Τζόναθαν δεν μπορεί να περπατήσει. Οι μετανάστες αποφασίζουν να χωριστούν. Σέρνοντας το χτυπημένο του πόδι, ο Τζόναθαν καταφέρνει να φτάσει μέχρι ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, όπου πιάνεται από το συρματόπλεγμα. Ένας συμπατριώτης του τον περιμαζεύει από το δρόμο, τον παίρνει σπίτι του για ένα μήνα μέχρι να μπορεί να περπατήσει και να παρουσιαστεί στην αστυνομία να ζητήσει άσυλο.
Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε. Δεν έχει κανένα νέο σχετικά με την υπόθεσή του. “Αν μου έλεγαν έστω ένα όχι για το άσυλο”, λέει ο Τζόναθαν, “θα προσπαθούσα να οργανώσω τα πράγματα αλλιώς. Αντί γι’ αυτό όμως, να’ μαι εδώ πέρα στην αναμονή…” Ζει με την επιταγή της πρόνοιας. Πέρσυ ήρθε η γυναίκα του στην Κύπρο με άδεια σπουδών. Τώρα περιμένουν παιδί. Ένας γιος θα είναι για τον Τζόναθαν ένα σωσίβιο στο ναυάγιο της ζωής του, μια ελπίδα για να πορευτεί προς το μέλλον, να βγεί από τη δίνη του παρόντος. Για να μην έχει το τέλος του Joao κι αυτού από το Κονγκό, που ρωτά και σήμερα για τα χαρτιά του τον υπάλληλο του κέντρου ίντερνετ στα γραφεία της ΚΙSA. Φορά πράσινες λαστιχένιες γαλότσες στο κατακαλόκαιρο. Το γιατί βρίσκεται κάπου στους διαδρόμους της πτέρυγας 10. Σταματώ να γράφω. Απέναντί μου, πίσω από ένα PC, o Ντουρτζάν χαμογελάει. Επιτέλους κατάφερε να στείλει στο Νεπάλ τις φωτογραφίες του με email. Βρίσκεται εγκλωβισμένος στην Κύπρο από το 2003. Ο γιος του είναι 9 ετών. Μένει με τη μητέρα. Εδώ και κάποιον καιρό ζητούσε επίμονα να δει φωτογραφίες του πατέρα του. Αφού μετά από πέντε χρόνια, έλεγε, δεν θυμόταν πια το πρόσωπό του.
Translated by Lia Yoka